Ύστερα από 500 χρόνια σκλαβιάς, στις 21 Φεβρουαρίου του 1913, τα Γιάννενα λευτερώθηκαν.
Ακολουθούν κείμενα και φωτογραφίες για την ιστορική μέρα μνήμης
Τα Γιάννινα δεν τα πήραμε μόνο με τα όπλα και τον ηρωισμό των στρατιωτών.
Δεν τα πήραμε μόνο με στρατηγικά σχέδια και ψηλά ιδανικά.
Τα πήραμε με ψυχή και τρυφεράδα
Τα πήραμε με τα αισιόδοξα γράμματα από τα παγωμένα μετερίζια.
Οι αγώνες των Ελλήνων δεν ήταν ξεχωριστοί μόνο για την δύναμη της ψυχής τους.
Ήταν ξεχωριστοί και για τις εξομολογήσεις της μοναξιάς που βρέθηκαν
στα κιτρινισμένα γράμματα του μετώπου.
Μέσα από τις τσαλακωμένες σελίδες ξεπηδούν ζωντανοί οι πολεμιστές.
Ξεπηδούν ζωντανές οι στιγμές της καθημερινότητας, των
μαχητών που μαζεύτηκαν απ’ όλη την Ελλάδα.
Αυτά ψάξαμε για τούτη την επέτειο.
Αυτές τις στιγμές δημοσιεύουμε για να κρατήσουμε ζωντανές τις
μνήμες με ονοματεπώνυμο ή χωρίς.
Αφιέρωμα στον Άγνωστο
Που σκοτώθηκε
Για να γεννηθούμε λεύτεροι.
Μαίρη Τσακελίδου
Απόφοιτος Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων
Ο λογοτέχνης Γιώργος Χατζής, στην εφημερίδα «Ήπειρος», στο πρώτο φύλλο της, στις 3 Μαρτίου 1913, σε ένα μοναδικό και ανεπανάληπτο άρθρο του, με τον τίτλο «Εχαμογέλασες», έγραφε:
«Ω πόλις, προσφιλής και πολυπικραμένη, ποιος να διηγηθεί την χαράν και τον ενθουσιασμόν σου επάνω εις τα μνήματα των νεκρών πατέρων μας, να εξυπνήσουν και αυτοί να χαρούν την αγίαν και ιεράν αυτήν χαράν;
Πεντακόσια ολόκληρα χρόνια. Πεντακόσια λυπημένα Χριστούγεννα και πεντακόσια θλιβερά Πάσχα, Ηπειρώτης δεν εχάρη το ψωμί που έτρωγε και φαρμάκι του εγίνετο το νερόν εις τα χείλη, εφ΄ όσον σε έννοιωθεν Σέναν, ω φιλτάτη και κλαμένη πόλις πόλις, φαρμακερά να δεήσαι εις το Εσταυρωμένον να σου λυπηθεί, τέλος πάντων, την αγωνίαν και τον θρήνον.
Πεντακόσια ολόκληρα χρόνια δεν έκλεισαν ειρηνικά τα μάτια του κανένας προπάππος μας και κανένας πατέρας μας δεν εχάρη πεντακόσια χρόνια τα παιδιά του...
Τώρα ελεύθερον και αγαπητόν χώμα εξύπνησε και ανάστησε τους αποθαμένους γονείς μας:
Και εις την ωραίαν και ιερτάν και μεγάλη πομπήν οδήγησε ω πόλις φιλτάτη, τας ψυχάς των πατέρων μας, με δάκρυα χαράς πλέον εις τα μάτια να φιλήσουν τα χέρια του υψηλού Ελευθερωτού και να εναγκαλισθούν τον γενναίον Ελληνικόν στρατόν Σου».
Και πιο κάτω με την ίδια συγκίνηση, ο αξέχαστος Γιώργος Χατζής, συνεχίζει:
«Η κυανόλευκος παίζει απαλά και υπερήφανος με τον ρασκιάν της παμβώτιδος επάνω εις το κάστρον, όπου οι Αλήδες και οι Βελήδες εσταύρωναν πεντακόσια ολόκληρα χρόνια: Και εγέλασαν, τέλος πάντων, και τα δικά σου χείλη, η πόλις αγαπητή και πολυβασανισμένη:
Στρατός Ελληνικός νικητής και ήρεμος, λέων εις την άχην και σεμνή παρθένος μετ’ αυτήν, κραδαίνων αήττητον χθές λόγχην εις το Μπιζάνι και σήμερα ευγενής και γαντοφορών πολιτισμένος στρατός περιφερόμενος ευσταλής εις του δορυαυλώτους δρόμους σας, έδιωξε και τον τελευταίον βασιβουζούκον και βάνδαλον Τούρκον Ζπτιέν, του οποίου, πέντε αιώνας τώρα, ησθάνθησαν οι πάπποι μας την αγριότητα και του οποίου επί τέσσαρα τώρα έτη από των στηλών τούτων εδιηγήθημεν εις όλον το πεπολιτισμένον κόσμο, τον βανδαλισμόν και την ωμότητα! Είσαι ελευθέρα και υπερήφανος δια την Μητέρα Σου Ελλάδα, ω κόρη βασανισθείσα και προσφιλής ο ελληνικός Στρατός είναι μέσα στα Γιάννενα τροπαιοφόρος! Τα Γιάννενα είναι ελεύθερα».
Το ιστορικό της μάχης
Τα Ιωάννινα αποτελούν μια καλά οχυρωμένη περιοχή εκείνη την εποχή με έργα που ξεκίνησαν πριν απο τους βαλκανικούς πολέμους με βάση τις υποδείξεις του γερμανού φον Γκόλτς που είχε αναλάβει να οργανώσει τον τουρκικό στρατό. Η οχύρωση τελειοποιήθηκε από τον τούρκο αντισυνταγματάρχη και αρχηγό του πυροβολικού εκείνες τις μέρες Βεχήπ βέη. Η οχύρωση δεν περιοριζόταν μόνο στο κεντρικό φρούριο αλλά επεκτάθηκε σε ακτίνα 6- 10 χιλιόμετρα πέριξ της πόλης.
Η άμυνα ήταν διαμορφωμένη να αντικρούσει επιθέσεις που θα είχαν εκκίνηση τους Αγ. Σαράντα ή από το Αργυρόκαστρο, καθώς και από το Μέτσοβο και την Παραμυθιά , κυρίως όμως ο κίνδυνος ήταν από τον νότο - Άρτα και Πρέβεζα - όπου υπήρχαν Ελληνικές δυνάμεις και τα οχυρωματικά έργα των τούρκων είχαν αυξηθεί στα σημεία Αετοράχη, Κανέτα ,Αυγό με σοβαρότερη οχύρωση επικεντρωμένη στο Μπιζάνι. Ο πυρήνας της αμυντικής οργάνωσης είναι το Μπιζάνι όπου περιμένουν μετωπική επίθεση από το νότο. Δυτικά η φυσική οχύρωση του εδάφους δεν άφηνε περιθώρια για επιθετικές κινήσεις οπότε και η άμυνα ήταν περιορισμένη.
Η δύναμη των τούρκων ήταν 20.000 στρατιώτες με διοικητή τον Εσσάτ πασά και κατά τον Δεκέμβριο του 1912 μετά την πτώση του Μοναστηρίου έφθασαν και 15000 άνδρες υπό τον Ζεκή πασά.
Ο ελληνικός στρατός με δύναμη μιας μεραρχίας έφθασε τον Νοέμβριο του 1912 στην κοιλάδα του Λούρου καταλαμβάνοντας τις εξόδους της Άρτας και της Πρέβεζας. Τέλος Νοεμβρίου στην περιοχή συγκεντρώθηκαν οι 2η, 4η , 6η και η 8η μεραρχία, ένα τάγμα ιππικού και πυροβολικό.
Τον Δεκέμβριο και από 1- 4 του μηνός εκδηλώθηκε από τους Έλληνες η πρώτη κατά μέτωπο επίθεση με στόχο να χτυπήσει την αριστερή και δεξιά πλευρά του Μπιζανίου φθάνοντας στην Μανωλιάσα και τον Αγ. Νικόλαο από την μία πλευρά και από την άλλη στα Λεσανά. Η επίθεση σταμάτησε λόγω του διαρκώς βάλλοντος τουρκικού πυροβολικού και εξ αιτίας της φύσεως του εδάφους που εμπόδισε το ελληνικό πυροβολικό να βοηθήσει την προέλαση του πεζικού.
Την 6η , 7η και 8η Δεκεμβρίου έγινε αντεπίθεση από την πλευρά των τούρκων με αποτέλεσμα ελαφρά υποχώρηση των ελλήνων. Μετά την 8η Δεκεμβρίου η ελληνική διοίκηση αποφάσισε αναστολή των επιθετικών ενεργειών αναμένοντας ενισχύσεις.
Οι ενισχύσεις έφθασαν στις αρχές Ιανουαρίου, έγινε αναδιοργάνωση των δυνάμεων και αποφασίστηκε επίθεση κατά τα μέσα Ιανουαρίου. Όμως τότε αυτομόλησε στον εχθρό κάποιος αλβανός που ήταν στην υπηρεσία του ελληνικού αρχηγείου πράγμα που δημιούργησε έντονο σκεπτικισμό για προδοσία του σχεδίου οπότε η επίθεση αποφασίσθηκε και έγινε πιο νωρίς την 7η Ιανουαρίου. Το στράτευμα ήταν χωρισμένο σε τρία τμήματα . Το κεντρικό επιτίθεται κατά μέτωπο στο Μπιζάνι μέσω Αετορράχης , το αριστερό τμήμα καταλαμβάνει αρκετά χαρακώματα στην περιοχή Μανωλιάσα ενώ το ανατολικό καταλαμβάνει την νύχτα της 7ης προς 8η Ιανουαρίου το Αυγό.
Τα τουρκικά στρατεύματα επιχείρησαν με το πυροβολικό ανακοπή της επίθεσης αλλά και η ξαφνική επιδείνωση του καιρού με φοβερή χιονοθύελλα καθήλωσαν τα ελληνικά στρατεύματα στις θέσεις τους.
Εκείνες τις μέρες μετά από συνεννόηση του διαδόχου Κων/νου με την κυβέρνηση ανέλαβε ο ίδιος την διοίκηση του στρατού Ηπείρου. Ο Κων/νος αποφάσισε να καταλάβει την πόλη με αιφνιδιαστική επίθεση ,αλλά βασική προϋπόθεση του σχεδίου ήταν η κατάληψη του Μπιζανίου. Τότε αποφασίστηκε να γίνουν ενέργειες ώστε ελληνικά σώματα να κινηθούν στα βόρεια της πόλης ώστε αφ’ ενός να αποκλείσουν υποχώρηση των τούρκων βορείως αφ’ ετέρου να δημιουργήσουν αντιπερισπασμό ώστε να περιμένουν επίθεση από το Βορά. Οι δυνάμεις του Ελληνικού στρατού ενισχύθηκαν ώστε να επιχειρηθεί και μετωπιαία επίθεση στο Μπιζάνι από τον Νότο. Το βασικό μέρος του σχεδίου όμως περιλαμβάνει ενίσχυση των δυνάμεων στο δυτικό μέτωπο όπου οι τούρκοι θωρούν την φυσική οχύρωση αρκετή και είναι εκτεθειμένοι. Αφού έγινε συγκέντρωση των δυνάμεων στις 16και 17 Φεβρουαρίου σύμφωνα με το σχέδιο την 18η οι δυνάμεις που προωθήθηκαν στο δυτικό μέτωπο είχαν φθάσει σε σημείο να μπορούν επιτιθέμενες να βρεθούν στην «πλάτη» του Μπιζανίου πράγμα που έγινε στις 19 Φεβρουαρίου ενώ συγχρόνως το πυροβολικό και οι επιτιθέμενοι από νότο και ανατολάς δεν επέτρεψαν στον εχθρό να αποσπάσει τμήματα και να βοηθήσει την δυτική πλευρά. Λέγεται ότι το πυροβολικό έριξε συνολικά 12000 βλήματα που δεν επέτρεψαν στους τούρκους να ξεμυτίσουν από τις θέσεις τους. Οι έλληνες κατεδίωξαν τον εχθρό που υποχώρησε προς την πόλη και έκοψαν τηλεφωνικά και τηλεγραφικά σύρματα μεταξύ Μπιζανίου και Ιωαννίνων οπότε το Μπιζάνι βρέθηκε τελείως αποκομμένο και απομονωμένο και περικυκλωμένο από τις ελληνικές δυνάμεις. Τότε δόθηκε διαταγή να συνεχιστεί και τη νύχτα της 19ης η επίθεση οπότε το πρωί της 20ης Φεβρουαρίου έγινε πλήρης περικύκλωση των τούρκων. Τότε ο Εσσάτ πασάς προκειμένου να αποφύγει την αιματοχυσία ζήτησε τη μεσολάβηση του μητροπολίτου Ιωαννίνων για να παραδώσει την πόλη. Η αντιπροσωπία του Εσσάτ οδηγήθηκε στο χάνι Εμίν Αγά όπου δήλωσε παράδοση άνευ όρων . Το πρωί της 20ης Φεβρουαρίου διατάχθηκε το τάγμα του ιππικού να εισέλθει στα Ιωάννινα και να καταλάβει την πόλη. Την επομένη 21η Φεβρουαρίου 1913 εισέρχεται στην πόλη θριαμβευτικά ο Κων/νος και περιέρχονται στα χέρια των ελλήνων 30000 άνδρες και 1000 αξιωματικοί αιχμάλωτοι ,καθώς και 110 πυροβόλα.
Την απελευθέρωση των Ιωαννίνων γιόρτασαν τη Πέμπτη οι Έλληνες στη Γερμανία ενώ έχουν προγραμματιστεί εκδηλώσεις Ηπειρωτών σε όλη την Ευρώπη.
ΠΗΓΗ: egersis
Tραγωδία στα Μακρίσια: Τρακτέρ καταπλάκωσε ηλικιωμένο αγρότη
Πριν από 1 ώρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου